καράβι κόκκινο

τα μαύρα τα μαλλιά μας και αν ασπρίσαν δεν μας τρομάζει η βαρυχειμωνιά

  • Ε, το λοιπόν, ο,τι και να είναι τ’ άστρα, εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω. Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει. Είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε

  • Γιάννης Ρίτσος

    Να με θυμόσαστε - είπε. Χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησα χωρίς ψωμί, χωρίς νερό, πάνω σε πέτρες κι αγκάθια, για να φέρω ψωμί και νερό και τριαντάφυλλα. την ομορφιά ποτές μου δεν την πρόδωσα. Όλο το βιος μου το μοίρασα δίκαια. Μερτικό εγώ δεν κράτησα. Πάμπτωχος. Μ' ένα κρινάκι του αγρού τις πιο άγριες νύχτες μας φώτισα. Να με θυμάστε.

  • κώστας βάρναλης

    Δε λυπάμαι τα γηρατειά που φεύγουν - τα μωράκια που έρχονται άθελά τους να ζήσουν σκλάβοι, να πεθάνουν σκλάβοι, σ' έναν κόσμο ελεύθερων αφεντάδων. Θα τους μαθαίνουν: η σκλαβιά τους χρέος εθνικόν και σοφία του Πανάγαθου!... Πότε θ' αναστηθούν οι σκοτωμένοι; ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗΣ 20.10.1973

  • ------------------------------- Την πόρτα αν δεν ανοίγει, τη σπαν, σας είπα. Τι στέκεστε, τι γέρνετε σκυφτοί; Λαέ σκλάβε, δειλέ, ανανιώσου, χτύπα! Και κέρδισε μονάχος το ψωμί -------------------------------- -------------------------------- ''Aν το δίκιο θες, καλέ μου, με το δίκιο του πολέμου θα το βρής. Όπου ποθεί λευτεριά, παίρνει σπαθί''
  • κομαντάντε Μάρκος

  • «Ο Μάρκος είναι γκέι στο Σαν Φρανσίσκο, μαύρος στη Νότια Αφρική, ασιάτης στην Ευρώπη, αναρχικός στην Ισπανία, Παλαιστίνιος στο Ισραήλ, γύφτος στην Πολωνία, ειρηνιστής στη Βοσνία, Εβραίος στη Γερμανία, μια γυναίκα μόνη στο Μετρό τα ξημερώματα, με άλλα λόγια ο Κομαντάτε Μάρκος είμαστε εμείς, το πρόσωπο του κάθε καταπιεσμένου ανθρώπου πάνω στον πλανήτη»
  • μπερτολντ μπρεχτ

    Δεν είμαι άδικος, μα ούτε και τολμηρός και να που σήμερα μου δείξανε τον κόσμο τους μόνο το ματωμένο δάκτυλό τους είδα μπρος και είπα ευθύς: “μ’αρέσει ο νόμος τους” Τον κόσμο αντίκρυσα μέσ’απ’ τα ρόπαλά τους Στάθηκα κι είδα, ολημερίς με προσοχή. Είδα χασάπηδες που ήταν ξεφτέρια στη δουλειά τους. και σαν με ρώτησαν “σε διασκεδάζει;” είπα “πολύ”! Κι από την ώρα εκείνη, λέω “ναι” σε όλα, κάλλιο δειλός, παρά νεκρός να μείνω. Για να μη με τυλίξουνε σε καμιά κόλλα, ό,τι κανένας δεν εγκρίνει το εγκρίνω Φονιάδες είδα, κι είδα πλήθος θύματα, μου λείπει θάρρος, μα όχι και συμπόνια Και φώναξα, βλέποντας τόσα μνήματα: “καλά τους κάνουν -για του έθνους την ομόνοια!” Να φτάνουν είδα δολοφόνων στρατιές κι ήθελα να φωνάξω “σταματήστε!” Μα ξέροντας πως κρυφοκοίταζε ο χαφιές, μ’άκουσα να φωνάζω: “Ζήτω!Προχωρήστε!” Δε μου αρέσει η φτήνια και η κακομοιριά Γι’αυτό κι έχει στερέψει η έμπνευσή μου. Αλλά στου βρώμικού σας κόσμου τη βρωμιά ταιριάζει, βέβαια-το ξέρω-κι η έγκρισή μου

  • Όποιος σπίτι μένει σαν αρχίζει ο αγώνας

    Όποιος σπίτι μένει σαν αρχίζει ο αγώνας κι αφήνει άλλους ν' αγωνιστούν για τη υπόθεσή του πρέπει προετοιμασμένος να ' ναι : γιατί όποιος δεν έχει τον αγώνα μοιραστεί Θα μοιραστεί την ήττα . Ούτε μια φορά δεν αποφεύγει τον αγώνα αυτός που θέλει τον αγώνα ν' αποφύγει : γιατί θ' αγωνιστεί για την υπόθεση του εχτρού όποιος για τη δικιά του υπόθεση δεν έχει αγωνιστεί .
  • εγκώμιο στον κομμουνισμό – μπέρτολτ μπρέχτ

    Είναι λογικός, καθένας τον καταλαβαίνει. Ειν' εύκολος. Μια και δεν είσαι εκμεταλλευτής, μπορείς να τον συλλάβεις. Είναι καλός για σένα, μάθαινε γι' αυτόν. Οι ηλίθιοι ηλίθιο τον αποκαλούνε, και οι βρωμεροί τον λένε βρωμερό. Αυτός είναι ενάντια στη βρωμιά και την ηλιθιότητα. Οι εκμεταλλευτές έγκλημα τον ονοματίζουν. Αλλά εμείς ξέρουμε: Είναι το τέλος κάθε εγκλήματος. Δεν είναι παραφροσύνη, μα Το τέλος της παραφροσύνης. Δεν είναι χάος Μα η τάξη. Είναι το απλό Που είναι δύσκολο να γίνει.
  • οι δικαστές

    Να οι κύριοι δικαστές τους λέμε οι καταπιεστές πως δίκαιο είναι τον λαό τι συμφέρει μα αυτοί δεν ξέρουν ποιο είναι αυτό κι έτσι δικάζουν στο σωρό μέχρι να βάλουν το λαό ολόκληρο στο χέρι
  • ———–

    Εχουνε νομικά βιβλία και διατάγματα Εχουνε φυλακές και οχυρώσεις Εχουνε δεσμοφύλακες και δικαστές Που παίρνουνε πολλά λεφτά κι έτοιμοι για όλα είναι. Μπ. Μπρεχτ
  • ———————

    "Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν διαμαρτυρήθηκα, γιατί δεν ήμουν Εβραίος. Όταν ήρθαν για τους κομμουνιστές δεν φώναξα, γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής. Όταν κατεδίωξαν τους τσιγγάνους, ούτε τότε φώναξα, γιατί δεν ήμουν τσιγγάνος. Όταν ο Χίτλερ φυλάκιζε ομοφυλόφιλους δεν αντέδρασα γιατί δεν ήμουν ομοφυλόφιλος Όταν έκλεισαν το στόμα των Ρωμαιοκαθολικών που αντιτάσσονταν στο φασισμό, δεν έκανα τίποτα γιατί δεν ήμουν καθολικός. Μετά ήρθαν να συλλάβουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να αντισταθεί μαζί μου"
  • ========================

    Λες: Πολύ καιρό αγωνίστηκες. Δεν μπορείς άλλο πια ν’ αγωνιστείς. Άκου λοιπόν: Είτε φταις είτε όχι: Σαν δε μπορείς άλλο να παλέψεις, θα πεθάνεις. Λες: Πολύ καιρό έλπιζες. Δεν μπορείς άλλο πια να ελπίσεις. Έλπιζες τi; Πως ο αγώνας θαν’ εύκολος; Δεν είν’ έτσι. Η θέση μας είναι χειρότερη απ’ όσο νόμιζες. Είναι τέτοια που: Αν δεν καταφέρουμε το αδύνατο Δεν έχουμε ελπίδα. Αν δεν κάνουμε αυτό που κανείς δεν μπορεί να μας ζητήσει Θα χαθούμε. Οι εχθροί μας περιμένουν να κουραστούμε. Όταν ο αγώνας είναι στην πιο σκληρή καμπή του. Οι αγωνιστές έχουν την πιο μεγάλη κούραση. Οι κουρασμένοι, χάνουν τη μάχη.
  • Οι χορτάτοι μιλάν στους πεινασμένους

    Αυτοί που βρίσκονται ψηλά θεωρούν ταπεινό να μιλάς για το φαΐ. Ο λόγος; έχουνε κιόλας φάει. Αν δε νοιαστούν οι ταπεινοί γι' αυτό που είναι ταπεινό ποτέ δεν θα υψωθούν. Αυτοί που αρπάνε το φαϊ απ’ το τραπέζι κηρύχνουν τη λιτότητα. Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσίματα ζητάν θυσίες. Οι χορτάτοι μιλάν στους πεινασμένους για τις μεγάλες εποχές που θά 'ρθουν.
  • che

    Πιστεύω στην ένοπλη πάλη σαν μοναδική λύση για τους λαούς που αγωνίζονται για την απελευθέρωσή τους και είμαι συνεπής με τις πεποιθήσεις μου. Πολλοί θα με πουν τυχοδιώκτη και είμαι, μόνο που είμαι άλλου είδους τυχοδιώκτης, ένας από εκείνους που προβάλλουν τα στήθη τους για να αποδείξουν τις αλήθειες τους.

  • Αξίζει για ένα όνειρο να ζεις, κι ας είναι η φωτιά του να σε κάψει
  • pablo neruda

    όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του, όποιος δεν μιλεί σε όποιον δεν γνωρίζει. όποιος αποφεύγει ένα πάθος, όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, όποιος δεν διακινδυνεύει τη βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να αποφύγει τις εχέφρονες συμβουλές. όποιος δεν ταξιδεύει, όποιος δεν διαβάζει, όποιος δεν ακούει μουσική, όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του όποιος καταστρέφει τον έρωτά του, όποιος δεν επιτρέπει να τον βοηθήσουν, όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη τύχη του ή για την ασταμάτητη βροχή. όποιος εγκαταλείπει μια ιδέα του πριν την αρχίσει, όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει. Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής. Μόνο η ένθερμη υπομονή θα οδηγήσει στην επίτευξη μιας λαμπρής ευτυχίας.

  • από το Canto general

    Μπορεί να κόψουν όλα τα λουλούδια, αλλά δεν θα γίνουν ποτέ αφέντες της Άνοιξης
  • κ. καβάφης

    Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
  • κωστής παλαμάς

    Και τους τρέμουνε των κάμπων οι κιοτήδες και μ’ ονόματα τους κράζουν πονηρά κλέφτες κι απελάτες και προδότες. Τους μισούν οι βασιλιάδες κι όλοι οι τύραννοι κι είναι μέσα στους σκυφτούς τα παλληκάρια κι είναι μες στους κοιμισμένους οι στρατιώτες…” Κ . Παλαμάς στο Δωδεκάλογο του Γύφτου.
  • διαμοιρασμός του blog

    Bookmark and Share
  • διαχείριση

  • on line επισκέπτες

  • ημερολόγιο άρθρων

    Φεβρουαρίου 2018
    Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
     1234
    567891011
    12131415161718
    19202122232425
    262728  
  • Εγγραφή

Λιβόρνο, μπάλα και κομμουνισμός

Posted by redship στο 12 Φεβρουαρίου , 2018


 

αναδημοσίευση  από gazzeta

Το G-Weekend Journal γράφει για την Λιβόρνο, την ομάδα των κομμουνιστών και τον σημαντικό ρόλο που έχει διαδραματίσει η πόλη και ο ιστορικός σύλλογος στην ιταλική πολιτική σκηνή.

Επιμέλεια: Θοδωρής Βασίλης

Στο βιβλίο του «Ποδόσφαιρο χωρίς βρωμιές» (Futbol sin trampa) ο Λουίς Σέζαρ Μενότι επιχειρεί τη σύνδεση ποδοσφαίρου -πολιτικής. «Υπάρχει το ποδόσφαιρο της Δεξιάς και της Αριστεράς. Της Δεξιάς προσπαθεί να μας πείσει ότι η ζωή είναι μια πάλη που θέλει θυσίες και να είμαστε από ατσάλι και να κερδίζουμε με κάθε τρόπο. Θέλει τους ποδοσφαιριστές να μην εκφράζουν πολιτικές απόψεις, να υπακούν και έτσι να δημιουργούνται περισσότεροι χρήσιμοι ηλίθιοι.

Στο Δεξιό ποδόσφαιρο, η νίκη διαγράφει τα πάντα, υπάρχει μόνο το αποτέλεσμα και ποδοσφαιριστές πειθαρχημένοι σαν στρατιώτες. Στο Αριστερό, έχει σημασία ο τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνεται η νίκη, επειδή ο ποδοσφαιριστής είναι ο προνομιούχος εκφραστής των ονείρων εκατομμυρίων φιλάθλων τους οποίους καλείται να κάνει καλύτερους. Δεν γράφω για τα πολιτικά κόμματα και τα πολιτικά συστήματα. Υπάρχουν Αριστερά κόμματα που αν τους δώσεις την εξουσία δεν θα ξέρουν τι να την κάνουν. Η χώρα που δεν έχει όμως οργανωμένη Αριστερά δεν έχει μέλλον. Παρά τις πολιτικές αλλαγές στον πλανήτη, πιστεύω ότι υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν δύο διαφορετικά ποδόσφαιρα».

Η αντιπαράθεση που υπάρχει και αφορά την σχέση του ποδοσφαίρου με την πολιτική κι έχει ξεσπάσει από την αρχή του αθλητισμού, θα συνεχίσει να υπάρχει σε μια ατέρμονη διαμάχη. Από την μία πλευρά αυτοί που θεωρούν ότι το ποδόσφαιρο και πολιτική αποτελούν δύο έννοιες τελείως αντίθετες, την ώρα που η άλλη πλευρά δεν σταματά να αναφέρεται στο πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του ποδοσφαίρου και γενικότερα του αθλητισμού στις όποιες αλλαγές των πολιτικών σκηνικών της εποχής επισημαίνοντας βασικά κοινωνικά προβλήματα, δίνοντας φωνή σε όσους βρίσκονται στο περιθώριο.

Μπορεί ο ρόλος αυτός τα τελευταία χρόνια να έχει μειωθεί με την εισροή τεράστιων ποσών και την παγκοσμιοποίηση του αθλήματος όπου οι σύλλογοι πλέον δεν αποτελούν  εκπρόσωποι μιας τοπικής κοινότητας, αλλά ένα εμπορικό σήμα, ένα brand name, μια ιδιωτική επιχείρηση θεάματος. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σύλλογοι που σε ένα άκρως καπιταλιστικό περιβάλλον, έχουν μείνει σταθεροί στις αξίες τους και με την στάση τους αποτελούν τον καλύτερο μηχανισμό για μια πιθανή κοινωνική αλλαγή. Ένας τέτοιος σύλλογος είναι η Λιβόρνο.

Ομάδα και πόλη έννοιες ταυτόσημες

Η ιστορία της ομάδας είναι συνυφασμένη με την ιστορία της πόλης αλλά και όλης της χώρας πριν το Risorgimento (Αναβίωση) και την δημιουργία του ιταλικού κράτους. Oι ιδρυτικοί μύθοι είναι ζωτικής σημασίας για τη δημιουργία μιας εθνικής ταυτότητας όπως και η ιστορία η οποία διαδραματίζει εξίσου σημαντικό ρόλο, ιδίως στο Λιβόρνο. Μέχρι την ενοποίησή της, η ιταλική χερσόνησος αποτελούνταν σε κάτι που έμοιαζε με πόλεις-κράτη όπως το Μιλάνο, η Νάπολη, η Βενετία και η Ρώμη.

Στην κεντρική Ιταλία κυρίαρχη δύναμη ήταν η Φλωρεντία και η οικογένεια Medici, που κυβέρνησε τη Δημοκρατία της Φλωρεντίας από το 1300 και για τέσσερις αιώνες. Οι Μέδικοι έχτισαν ένα νέο λιμάνι στο Λιβόρνο για να βελτιώσουν το εμπόριο ενθαρρύνοντας την μετανάστευση εργατικού δυναμικού από οποιοδήποτε μέρος στην πόλη και να την κάνουν το σπίτι τους. Για να κατοικηθεί αυτή η νέα πόλη, οι Medici πέρασαν μια σειρά νόμων που ονομάζονταν Leggi Livornine επιτρέποντας την εγκατάσταση Εβραίων, Τούρκων, Μαυριτανών, Αρμενίων, Περσών εμπόρων, για να κατοικηθεί η πόλη.

Επίσης και άλλες εθνικότητες έγιναν δεκτές στην πόλη ανεξαρτήτου εθνικής ή θρησκευτικής προέλευσης και μάλιστα χωρίς να ληφθεί υπόψη οποιαδήποτε εγκληματική δραστηριότητα τους στο παρελθόν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το Λιβόρνο να μετατραπεί από μια άχρωμη πόλη σε ένα μωσαϊκό εθνικοτήτων. Η πολυπολιτισμικότητα ήταν το κύριο χαρακτηριστικό των κατοίκων κάτι που αποτυπωνόταν ξεκάθαρα και στα χρυσά νομίσματα της εποχής (το 1656 νομίσματα απεικονίζουν την πόλη του Λιβόρνο με το σύνθημα: «Πολλοί λαοί σε ένα»). Τα απομεινάρια αυτού του ψηφιδωτού κουλτούρας και πολιτισμού είναι ακόμα εμφανή στην πόλη με την παρουσία τόσο των εκκλησιών (Αγγλικανικές, Προτεσταντικές, Αρμενικές, Ελληνορθόδοξες), όσο και της συναγωγής των Εβραίων.

Η εκβιομηχάνιση και η ενοποίηση της Ιταλίας είδε το Λιβόρνο να συνεχίσει να χαράζει μια ανεξάρτητη θέση. Οι εργάτες της πόλης και ειδικά οι ναυτεργάτες ήταν ιδιαίτερα πολιτικά ενεργοί. Η ενοποίηση συντέλεσε στο να χαθεί το καθεστώς του αυτόνομου του λιμανιού κάτι που οδήγησε  σε ένα διαρκές αυξανόμενο πολιτικό ακτιβισμό. Η εκβιομηχάνιση του 19ου αιώνα είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία μιας κοινωνικής τάξης της οποία τα μέλη ανήκαν σε αναρχικά και σοσιαλιστικά πολιτικά γκρουπ. Οι κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις της δεκαετίας του 1920 έφεραν απεργίες και διαδηλώσεις σε όλη την Ιταλία, κάτι που επηρέασε όπως ήταν λογικό και το Λιβόρνο.

Αυτό το κλίμα έντασης βοήθησε στη ανάπτυξη κι εγκαθίδρυση του κομμουνισμού. Σε μια πόλη που ναι μεν υπήρχε η έντονη αντίσταση στον φασισμό που είχε κάνει την εμφάνισή του στην χώρα, η μετριοπάθεια των σοσιαλιστών είχε προκαλέσει μεγάλη ανησυχία. Έτσι, το 1921 ο Αντόνιο Γκράμσι αποφάσισε να βάλει μια για πάντα το Λιβόρνο στο βιβλίο της ιστορίας με την απόφασή του στο θέατρο San Marco να αποχωρήσει από το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ιταλίας και να ιδρύσει το ΚΚΙ (Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα) για να ακολουθήσει μισό αιώνα αργότερα και η δημιουργία του Ευρωκομμουνισμού σε συνεργασία με τους Ισπανούς κομμουνιστές.

Αυτή η πολιτική παράδοση και ιδεολογία παρέμεινε στην πόλη και συνήθως σε κάθε εκλογική αναμέτρηση (βουλευτικές-δημοτικές) ο εκλεκτός άρχων ανήκε στην αριστερή πολιτική σκηνή. Η πολιτική σκηνή της μεταπολεμικής Ιταλίας και όπως αυτή διαμορφώθηκε είχε ως αποτελέσματα την πολιτικοποίηση και των συνδέσμων. Από το 1946 έως το 1992 όταν και ξέσπασε το σκάνδαλο tangetopolis, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Ιταλία ήταν ένα μονοκόμματο κράτος με τους Χριστιανοδημοκράτες να αποτελούσαν την κυρίαρχη πολιτική δύναμη. Οι άστοχες πολιτικές τους, η διαφθορά τους καθώς και η οικονομική στασιμότητα σε συνδυασμό με τα Μολυβένια χρόνια (περίοδος στην οποία η Ιταλία γνώρισε μια σειρά από τρομοκρατικές επιθέσεις, τόσο της άκρας δεξιάς όσο και της άκρας αριστεράς) έφερε μια τεράστια απογοήτευση με την καθημερινότητα να πολιτικοποιείται ακόμα περισσότερο με τους ανθρώπους-ειδικά στο Λιβόρνο-να ψάχνουν άλλες συλλογικές μορφές για τις ιδεολογικές τους πεποιθήσεις με το ποδόσφαιρο και την ομάδα να αποτελεί κύριο όχημα έκφρασης.

Λουκαρέλι: Ο ασυμβίβαστος Λιβορνέζος

Σχεδόν όλα τα παιδιά ονειρεύονται κάποια στιγμή να αγωνιστούν με την φανέλα της αγαπημένης τους ομάδας και ο Κριστιάνο Λουκαρέλι δεν αποτελούσε εξαίρεση. Γεννημένος στο Λιβόρνο το 1975 ο άλλοτε αρχηγός των «Αμαράντο» συμβόλιζε τον τυπικό Λιβορνέζο. Ευγενικός, φιλικός, αλλά και βαθιά πολιτικοποιημένος, ένα παιδί βγαλμένο από τους δρόμους της πόλης να αποτελεί το σημείο αναφοράς για τον σύλλογο. Ο ίδιος έγινε γνωστός ως ένας από τους λίγους επαγγελματίες ποδοσφαιριστές που αρνήθηκαν να παραμείνουν σιωπηλοί για τις πολιτικές πεποιθήσεις τους.

Ο Λουκαρέλι, ο οποίος είχε εκφράσει τις ιδέες του υπέρ του ιδεολογίας του κομμουνισμού, το 2003 έκανε το όνειρό του πραγματικότητα όταν άφησε την Τορίνο για την Λιβόρνο δεχόμενος μείωση αμοιβής κατά 50%  καθώς και να αφήσει τα μεγάλα σαλόνια για μια χαμηλότερη κατηγορία όπου αγωνιζόταν η ομάδα της πόλης του. «Ορισμένοι ποδοσφαιριστές αγοράζουν μια Ferrari ή ένα σκάφος. Εγώ μόλις αγόρασα την φανέλα της Λιβόρνο», δήλωνε στην παρουσίαση του, ενώ ως μέλος του μεγαλύτερου συνδέσμου οπαδών, του Brigate Autonome Livornesi (BAL), αποφάσισε να πάρει την φανέλα με το Νο99, έτος ίδρυσης του club.

Tα διαπιστευτήρια του τα είχε δώσει όμως πολύ νωρίτερα όταν σε ματς της U21 της Ιταλίας κόντρα στην Μολδαβία σκόραρε και το πανηγύρισε δείχνοντας την φανέλα με τον Che Guevara που φορούσε. Ένας πανηγυρισμός που δεν άρεσε στην Ομοσπoνδία με συνέπεια την αποστασιοποίησή του από την «Σκουάντρα Ατζούρα» μέχρι και το 2005 όταν και ανέλαβε ο Μαρτσέλο Λίπι.

Το χτύπημα αυτό δεν τον πτόησε, αντίθετα του έδωσε μεγαλύτερη δύναμη με τον ίδιο να «απαντάει» στο γήπεδο με 102 γκολ σε 174 ματς, ενώ παράλληλα συνέχιζε να δείχνει την αλληλεγγύη του για τα όποια κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα που ταλάνιζαν την Ιταλία. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του μετά από ένα νικηφόρο παιχνίδι της Λιβόρνο όπου αφιέρωσε τη νίκη σε 400 απολυμένους εργάτες ενός εργοστασίου στην Φλωρεντία.

Η παρουσία του Λουκαρέλι στην Λιβόρνο συνέπεσε με μια χρονική περίοδο όπου στην Ιταλία υπήρξε ξανά μια έκρηξη της τοπικής συνείδησης την γνωστή και ως campanilisimo. Καθώς οι γηγενείς παίκτες αποκτούσαν μεγαλύτερη σημασία λόγω των παγκόσμιων μετασχηματισμών, την ίδια ώρα ενισχυόταν και η τοπική ταυτότητα των ομάδων. Η  παγκοσμιοποίηση είχε συντελέσει στην συνεχώς αυξανόμενη ροή διαφορετικών ανθρώπων και εικόνων.

Καθώς οι ομάδες βρίσκονταν αντιμέτωπες με μια αυξανόμενη πολιτιστική μίξη, ο ρόλος της τοπικής ταυτότητας γινόταν ακόμα μεγαλύτερος. Κάπως έτσι η ισχυρή και μοναδική ιστορία του Λιβόρνο εξασφάλιζε ότι και η ομάδα της πόλης θα είχε ισχυρές ιστορικές παραδόσεις. Και στην περίπτωση της Λιβόρνο, επιβεβαιώνεται στο απόλυτο μια πολιτικοποιημένη τοπική ταυτότητα.

Και μπορεί οι «Αμαράντο» να μην προκαλούν λάμψη με το ποδόσφαιρο τους, αλλά όπως λέει και το περίφημο τραγούδι του Χιλιανού Σέρχιο Ορτέγκα (El pueblo unido, jamás será vencido), οι άνθρωποι ενωμένοι ποτέ δεν θα ηττηθούν.

 

 

Σχολιάστε